Στραμπούληγμα

Τι είναι το στραμπούληγμα της ποδοκνημικής;

Το στραμπούληγμα της ποδοκνημικής, ή αλλιώς διάστρεμμα του αστραγάλου, αποτελεί μια από τις συχνότερες κακώσεις της περιοχής. Πρόκειται για διαστολή ή τραυματισμό των τενόντων της άρθρωσης, δηλαδή των ιστών που συνδέουν τα οστά. Σε αντίθεση με τους περισσότερους τραυματισμούς των αρθρώσεων, το διάστρεμμα της ποδοκνημικής δεν αποτελεί αποκλειστικά αθλητική κάκωση. Μπορεί να συμβεί στον καθένα, ακόμα κι αν δεν αθλείται σε συστηματική βάση. Αυτό συμβαίνει διότι κύριο αίτιο του στραμπουλήγματος αποτελεί η δραστηριότητα σε ανομοιογενείς επιφάνειες. Είτε πρόκειται, λοιπόν, για έναν αθλητή μπάσκετ που παίζει σε ανοικτό γήπεδο, είτε για έναν άνθρωπο που περπατάει σε δρόμο με λακκούβες, οι πιθανότητες στραμπουλήγματος του αστραγάλου είναι ισόποσες.

Ανάλογα με τη σοβαρότητα του τραυματισμού, το διάστρεμμα διακρίνεται σε τρεις βαθμούς:

  • Πρώτου βαθμού: Ο σύνδεσμος έχει υποστεί απλή διάταση. Ο ασθενής βιώνει πόνο και ήπιο οίδημα, κι η άρθρωση παραμένει σταθερή.
  • Δευτέρου βαθμού: Ο σύνδεσμος έχει υποστεί μερικό σκίσιμο. Ο πόνος είναι σε μέτριο επίπεδο, και το οίδημα είναι μεγαλύτερο. Η ποδοκνημική άρθρωση φαίνεται να έχει μερική αστάθεια.
  • Τρίτου βαθμού: Ο σύνδεσμος έχει σκιστεί εντελώς. Ο πόνος είναι οξύς και το οίδημα μεγάλο. Ο ασθενής αισθάνεται ότι το πόδι δεν είναι σταθερό (προσθοπίσθια και πλάγια αστάθεια της άρθρωσης).

Ποια συμπτώματα παρουσιάζει το στραμπούληγμα;

Ένα διάστρεμμα μπορεί να εμφανίσει ποικίλα συμπτώματα, ανάλογα με τον βαθμό του τραυματισμού και το εκάστοτε περιστατικό. Ο ασθενής ενδέχεται να εμφανίσει τα παρακάτω:

  • Έντονο πόνο στην περιοχή της ποδοκνημικής
  • Αιμάτωμα, συνήθως όχι μεγάλο
  • Οίδημα
  • Δυσκολία στη βάδιση
  • Περιορισμός εύρους κίνησης της άρθρωσης
  • Αίσθημα αστάθειας στο πόδι

Τα παραπάνω συμπτώματα είναι αρκετά για να ωθήσουν τον ασθενή να αναζητήσει ιατρική βοήθεια. Ο κατάλληλος ορθοπεδικός θα μπορέσει να εξετάσει ενδελεχώς τον τραυματισμό, και να αποφασίσει εάν πρόκειται για κάκωση του συνδέσμου ή κάτι πιο σοβαρό.

Πώς διαγιγνώσκεται;

Πρώτο βήμα στη διάγνωση ενός διαστρέμματος είναι η κλινική εξέταση. Κατά τη διάρκεια αυτής, ο ιατρός θα ελέγξει την τραυματισμένη άρθρωση και το βαθμό του οιδήματος. Είναι σημαντικό να εξακριβωθεί ο βαθμός αστάθειας της ποδοκνημικής, για να επιλεγεί ο κατάλληλος τρόπος θεραπείας. Ανάλογα με τα ευρήματα, μπορεί να χρειαστεί να πραγματοποιηθούν κάποιες απεικονιστικές εξετάσεις. Εάν ο πόνος είναι οξύς, ο ιατρός οφείλει να ζητήσει ακτινογραφία της περιοχής, για να αποκλείσει κάποιο κάταγμα, που μπορεί να εμφανίζει παρόμοια συμπτώματα. Για την απεικόνιση των συνδέσμων, και τον ακριβή ορισμό του βαθμού διαστρέμματος, ο ιατρός οφείλει να πραγματοποιήσει μαγνητική τομογραφία. Αυτή είναι η εξέταση που μπορεί να απεικονίσει δομές πέραν των οστών.

Στραμπούληγμα: Συντηρητική θεραπεία

Στις περισσότερες περιπτώσεις στραμπουλήγματος, η συντηρητική αντιμετώπιση είναι αρκετή για την ανακούφιση του ασθενούς. Διακρίνεται σε τρεις φάσεις:

  • Πρώτη φάση: Η αρχική φάση της θεραπείας ξεκινά με παγοθεραπεία, δηλαδή χρήση παγοκύστης ή πάγου για περίπου 15 με 20 λεπτά. Η ανύψωση του ποδιού πάνω από το επίπεδο της καρδιάς είναι σημαντική, καθώς βοηθά στην υποχώρηση του οιδήματος. Ο ασθενής πρέπει να ξεκουράζεται και να μην ασκεί βάρος στο τραυματισμένο μέλος. Ειδικά βοηθήματα (πατερίτσες) ή νάρθηκες aircast μπορούν να καταστήσουν το περπάτημα ευκολότερο.
  • Δεύτερη φάση: Η δεύτερη φάση της συντηρητικής θεραπείας πρέπει να ξεκινά κατά την πρώτη εβδομάδα μετά τον τραυματισμό. Κύριος στόχος της είναι η αποκατάσταση της λειτουργικότητας της άρθρωσης. Αυτή επιτυγχάνεται κυρίως μέσω ειδικών ασκήσεων, όπως η ισορροπία σε σανίδα και η ισομετρική άσκηση.
  • Τρίτη φάση: Τέλος, ο ασθενής περνά στη μεταβατική φάση της αποκατάστασης. Συνεχίζει τις ασκήσεις ενδυνάμωσης, ενώ επιστρέφει σταδιακά στις καθημερινές του δραστηριότητες. Είναι σημαντικό σε αυτήν τη φάση να ακολουθεί κατά γράμμα τους κανόνες του ιατρού, και να μην υπερεκτιμήσει τις δυνατότητες της τραυματισμένης άρθρωσης.

Το πρόγραμμα αποκατάστασης διαρκεί περίπου δύο εβδομάδες, αν το διάστρεμμα δεν είναι σοβαρό. Η διάρκεια μπορεί να φτάσει έως και 12 εβδομάδες, εάν πρόκειται για σοβαρό τραυματισμό.

Χειρουργική αντιμετώπιση

Η χειρουργική αποκατάσταση ενός διαστρέμματος είναι σπάνια, και συνήθως επιλέγεται όταν ο ασθενής αντιμετωπίζει στραμπούληγμα σοβαρού βαθμού. Ο ιατρός πραγματοποιεί αρθροσκόπηση της άρθρωσης, κατά της διάρκεια της οποίας επιλέγεται είτε η συρραφή, είτε η ανακατασκευή των τραυματισμένων συνδέσμων.

Ο εξειδικευμένος Χειρουργός – Ορθοπεδικός Δρ. Γεώργιος Μπεσίρης διαθέτει πολυετή εμπειρία στην παροχή ορθοπεδικών θεραπειών και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας. Αποτελεί διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, καθώς και ιδρυτής του Orthopedia. Εάν εμφανίσετε συμπτώματα στραμπουλήγματος, ή για οποιαδήποτε άλλη ανάγκη σας, μπορείτε πάντοτε να επικοινωνήσετε μαζί του.








Η αντιμετώπιση ενός στραμπουλήγματος είναι κατά βάση συντηρητική. Τις πρώτες μέρες, ο τραυματισμός απαιτεί ανάπαυση, παγοθεραπεία κι ανύψωση. Μια εβδομάδα μετά τον τραυματισμό, ο ασθενής υποβάλλεται σε ένα ειδικό πρόγραμμα ασκήσεων, οι οποίες έχουν σκοπό να αποκαταστήσουν τη λειτουργικότητα της άρθρωσης. Η μεταβατική φάση της αποκατάστασης έρχεται μετά, καθώς ο ασθενής επιστρέφει σταδιακά στις καθημερινές του δραστηριότητες.





Η διάρκεια της ανάρρωσης είναι ανάλογη του βαθμού σοβαρότητας του τραυματισμού. Ένα ελαφρύ διάστρεμμα μπορεί να χρειαστεί περίπου 2 εβδομάδες για να επουλωθεί, ενώ ασθενείς που ταλαιπωρούνται από σοβαρότερους τραυματισμούς ενδέχεται να χρειαστούν έως και 12 εβδομάδες.





Το στραμπούληγμα του ποδιού είναι ένας από τους πιο συχνούς τραυματισμούς. Εξαιτίας αυτού, πολλοί ασθενείς θεωρούν ότι η επίσκεψη στον ορθοπεδικό δεν είναι αναγκαία, αφού δεν αποτελεί απειλητική κάκωση. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Τα συμπτώματα του διαστρέμματος είναι παρόμοια με εκείνα πολλών διαφορετικών κακώσεων, κάποιες εκ των οποίων ιδιαίτερα σοβαρές. Είναι, λοιπόν, αναγκαία η σωστή διάγνωση του τραυματισμού.





Η κλινική εξέταση από έναν ορθοπεδικό είναι συνήθως αρκετή για τη διάγνωση του στραμπουλήγματος. Ο ιατρός μπορεί να παραγγείλει περαιτέρω έλεγχο, μέσω ακτινογραφίας και μαγνητικής τομογραφίας, για να διαπιστευθεί ο βαθμός του τραυματισμού αλλά και η ακριβής διάγνωσή του.