Καλησπέρα. Βρίσκεστε στο podcast του Ορθοπεδικού ιατρού Γεωργίου Μπεσίρη και αυτό είναι το δεύτερο επεισόδιο. Σήμερα θα μιλήσουμε για τη ρήξη πρόσθιου χιαστού.
Η άρθρωση του γόνατος αποτελείται από τρία οστά: Το μηριαίο, τη κνήμη και την επιγονατίδα. Η τελευταία ευρισκόμενη μπροστά από την άρθρωση παρέχει, μεταξύ των άλλων, προστασία.
Αυτά τα οστά συνδέονται μεταξύ τους με συνδέσμους. Υπάρχουν 4 κύριοι σύνδεσμοι στο γόνατο οι οποίοι δρουν σαν ισχυροί ιμάντες (σχοινιά) που συγκρατούν τα οστά στη θέση τους και σταθεροποιούν το γόνατο.
Οι χιαστοί σύνδεσμοι βρίσκονται εντός της άρθρωσης του γόνατος και διασταυρώνονται μεταξύ τους, σχηματίζοντας ένα Χ, με τον πρόσθιο χιαστό σύνδεσμο προς τα εμπρός και τον οπίσθιο προς τα πίσω.
Η ρήξη του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου (ΠΧΣ) είναι μια από τις πιο συχνές συνδεσμικές κακώσεις του γόνατος. Η συχνότητα των τραυματισμών του ΠΧΣ στις ΗΠΑ εκτιμάται σήμερα στις 200.000 ετησίως με 100.000 χειρουργικές επεμβάσεις αποκατάστασης. Σε γενικές γραμμές, η συχνότητα εμφάνισης ρήξης του ΠΧΣ είναι μεγαλύτερη σε άτομα που συμμετέχουν σε αθλήματα “επαφής” ή υψηλού κινδύνου όπως καλαθοσφαίριση, ποδόσφαιρο, σκι κ.α.
Εκτιμάται ότι το 70% των τραυματισμών του ΠΧΣ προκαλούνται από μηχανισμούς που δεν περιλαμβάνουν την επαφή του αθλητή με άλλον αθλητή, ενώ το 30% των κακώσεων είναι αποτέλεσμα της άμεσης επαφής με άλλον παίκτη.
Ο μηχανισμός κάκωσης συχνά περιλαμβάνει επιβράδυνση και περιστροφική κίνηση του γόνατος ή ανώμαλη προσγείωση στο εν λόγω σκέλος.
Κατά τον τραυματισμό, ο ασθενής βιώνει άμεσα έναν οξύ πόνο και ακολουθεί οίδημα της άρθρωσης (αίμαρθρο), ενώ έχει την αίσθηση αστάθειας αναφέροντας ότι «το γόνατο φεύγει από τη θέση του». Μέσα σε λίγες ώρες το οίδημα επιδεινώνει το αίσθημα πόνου και αδυναμίας κάμψης και έκτασης της άρθρωσης, καθιστώντας αρκετά δύσκολο τον ορθοστατισμό και το περπάτημα.
Κατά την αρχική εκτίμηση, ο Ορθοπεδικός θα ζητήσει έναν ακτινολογικό έλεγχο για να αποκλείσει σοβαρότερες βλάβες όπως το κάταγμα του εγγύς πέρατος της κνήμης (κνημιαίο πλατώ). Επιπλέον, στην υποψία ρήξης του ΠΧΣ ο ιατρός μπορεί να συστήσει μια Μαγνητική τομογραφία για την λεπτομερή απεικόνιση του ΠΧΣ, των μηνίσκων και των άλλων συνδέσμων του γόνατος.
Ωστόσο, πέρα απο τις ειδικές απεικονιστικές εξετάσεις, η διάγνωση της ρήξης του ΠΧΣ είναι αμιγώς κλινική, και βασίζεται στην ακριβή και λεπτομερή εξέταση του ασθενούς από τον Ορθοπεδικό.
Η φυσική εξέλιξη ενός τραυματισμού του ΠΧΣ χωρίς χειρουργική επέμβαση διαφέρει από ασθενή σε ασθενή και εξαρτάται από το επίπεδο δραστηριότητάς του, τον βαθμό βλάβης και την αστάθεια που προκαλεί.
Η πρόγνωση της μερικής ρήξης του ΠΧΣ είναι συχνά ευνοϊκή για τον ασθενή, με μια περίοδο ανάρρωσης και αποκατάστασης 3 περίπου μηνών. Ωστόσο, ορισμένοι ασθενείς με μερική ρήξη παρουσιάζουν έντονα συμπτώματα αστάθειας και πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά για να εκτιμηθεί η πραγματική σταθερότητα της άρθρωσης.
Η πλήρης ρήξη του ΠΧΣ έχει χειρότερη πρόγνωση. Η αστάθεια του γόνατος είναι εμφανής και αποτρέπει τον ασθενή από τις αθλητικές δραστηριότητες που περιλαμβάνουν περιστροφή και φόρτιση του σκέλους, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις ασθενών επηρεάζεται ακόμη και το βάδισμα.
Η αποκατάσταση του ΠΧΣ μετά από ρήξη δεν γίνεται με απλή συρραφή καθώς έχει αποδειχθεί ότι αποτυγχάνει με τον χρόνο. Κατά συνέπεια, ο σύνδεσμος αντικαθίσταται με τενόντιο μόσχευμα.
Τα μοσχεύματα που συνήθως χρησιμοποιούνται για την αντικατάσταση του ΠΧΣ περιλαμβάνουν:
- Αυτομόσχευμα (από τον ίδιο τον ασθενή) επιγονατιδικού τένοντα
- Αυτομόσχευμα οπίσθιων μηριαίων (hamstrings)
- Αλλομόσχευμα (πτωματικό) επιγονατιδικού, αχιλλείου, ημιτενοντώδη, ισχνού ή οπίσθιου κνημιαίου τένοντα.
Οι ασθενείς που υποβλήθηκαν με χειρουργική αποκατάσταση του ΠΧΣ παρουσίασαν μακροπρόθεσμα ποσοστά επιτυχίας από 82% έως 95%. Υποτροπιάζουσα αστάθεια και αποτυχία του μοσχεύματος παρατηρούνται στο περίπου 8% των περιπτώσεων.
Ο στόχος της χειρουργικής επέμβασης είναι η αποκατάσταση του ΠΧΣ και της σωστής λειτουργίας των συνδέσμων για ένα σταθερό γόνατο, που θα επιτρέψει στον ασθενή την επιστροφή του στις αθλητικές δραστηριότητες.
Πριν την χειρουργική επέμβαση, ο ασθενής αποστέλλεται για φυσικοθεραπεία. Οι ασθενείς που έχουν ένα άκαμπτο, οιδηματώδες γόνατο με έλλειμμα στο εύρος κίνησης μπορεί να παρουσιάσουν αρκετά μετεγχειρητικά προβλήματα. Συνήθως, απαιτούνται 3 με 4 εβδομάδες από τη στιγμή του τραυματισμού έως το χειρουργείο.
Η χειρουργική επέμβαση συνήθως αρχίζει με την εξέταση του γόνατος του ασθενούς όσο είναι πλήρως χαλαρωμένος από την αναισθησία. Αυτή η τελική εξέταση χρησιμοποιείται για να βεβαιωθεί η ρήξη του ΠΧΣ.
Οι παραλλαγές στις τεχνικές περιλαμβάνουν διαφορετικές τομές και υλικά σταθεροποίησης του μοσχεύματος που αλλάζουν ανάλογα με την περίσταση και τις συνήθειες του χειρουργού. Πριν το τέλος της επέμβασης, ο χειρουργός ελέγχει το μόσχευμα και βεβαιώνεται για τη σωστή τάση του. Ακολουθεί σύγκλειση κατά στρώματα και περίδεση. Ο ασθενής συνήθως εξέρχεται τη ίδια ημέρα ή την επόμενη.
Οι επιπλοκές που ενδέχεται να υπάρξουν είναι οι ακόλουθες:
- Λοίμωξη. Η συχνότητα εμφάνισης ανέρχεται από το 0,2% έως το 0,48%. Έχουν αναφερθεί βακτηριακές λοιμώξεις μετά από χρήση αλλομοσχεύματος κυρίως λόγω ακατάλληλης τεχνικής αποστείρωσης.
- Μετάδοση ιών. Τα αλλομοσχεύματα εμπλέκονται με αυξημένο κίνδυνο μετάδοσης ιών όπως HIV και Ηπατίτιδας C παρά τους ελέγχους. Εντούτοις, το υπολογισμένο ρίσκο μετάδοσης HIV από αλλομόσχευμα ανέρχεται σε λιγότερο από 1/1.000.000.
- Αιμορραγία, παραισθησία. Πολύ σπάνια έχει αναφερθεί τραυματισμός της ιγνυακής αρτηρίας (0,01%) και πάρεση ή παραισθησία του άκρου.
- Θρόμβωση. Όπως και σε κάθε επέμβαση στα κάτω άκρα, η θρόμβωση αποτελεί έναν υπαρκτό κίνδυνο για τον ασθενή που υπολογίζεται στο 0,12%.
- Αστάθεια. Είναι δυνατόν να παρουσιαστεί μετεγχειρητική αστάθεια λόγω επαναρρήξης ή λόγω μειωμένης τάσης του ΠΧΣ κυρίως λόγω πλημμελούς και κακής τεχνικής (αναφέρονται ποσοστά από 2,5% έως 34%).
- Δυσκαμψία. Αναφέρεται δυσκαμψία μεταξύ 5% με 25% μετεγχειρητικά.
Η φυσικοθεραπεία είναι ένα σημαντικό κομμάτι της αποκατάστασης μετά από ανακατασκευή του ΠΧΣ, με ασκήσεις που αρχίζουν αμέσως μετά την επέμβαση. Μεγάλο μέρος της επιτυχίας της ανακατασκευής του ΠΧΣ εξαρτάται από τη συμμόρφωση του ασθενούς στο εντατικό πρόγραμμα φυσικοθεραπείας. Με τις νέες προαναφερθείσες χειρουργικές τεχνικές και την ισχυρότερη σταθεροποίηση του μοσχεύματος χρησιμοποιείται μια επιταχυνόμενη πορεία αποκατάστασης.
Ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει στον αθλητισμό όταν υποχωρήσει πλήρως ο πόνος και το οίδημα και όταν επιτευχθεί η πλήρης μυϊκή αποκατάσταση του σκέλους. Η αίσθηση της ισορροπίας και η ιδιοδεκτικότητα της άρθρωσης αποκαθίστανται σταδιακά και η χρήση λειτουργικού νάρθηκα ή κηδεμόνα μπορεί να καθησυχάσει τον ασθενή. Όλη η διαδικασία διαρκεί από 4 με 6 μήνες ανάλογα με τη μετεγχειρητική συμμόρφωση του ασθενούς και την χειρουργική τεχνική που χρησιμοποιήθηκε.
Εδώ τελείωσε το σημερινό podcast, μείνετε συντονισμένοι, ακολουθούν πολλά ενδιαφέροντα podcasts. Μην ξεχνάτε, μπορείτε πάντα να επικοινωνείτε μαζί μας για όλα τα ορθοπεδικά θέματα που σας απασχολούν.
Ευχαριστούμε για την ακρόαση.